Καταφύγια-Πολυβολεία: Πόσο προστατευμένη είναι η Β. Ελλάδα από ενδεχόμενο εισβολής (ΦΩΤΟ)

Καταφύγια-Πολυβολεία: Πόσο προστατευμένη είναι η Β. Ελλάδα από ενδεχόμενο εισβολής (ΦΩΤΟ)

Ρεπορτάζ: Θωμάς Καλέσης

Οι εικόνες από την Ουκρανία, κατακλύζουν τις τηλεοράσεις μας και ταυτόχρονα συγκλονίζουν. Άνθρωποι στήνουν τις ζωές τους στα καταφύγια, ενώ πάνω από τα κεφάλια τους ηχούν οι σειρήνες του πολέμου που προαναγγέλλουν την επερχόμενη «βροχή» από βόμβες.

Οι σκέψεις και τα ερωτήματα με βάση τον πόλεμο θλιβερά μεν, όμως έρχονται συνειρμικά. Σχεδόν ασυναίσθητα. Πόσο οχυρωμένη είναι άραγε η Β. Ελλάδα μπροστά σε ένα ενδεχόμενο απρόκλητης επίθεσης; Πόσο προστατευμένος μπορεί να είναι ο άμαχος πληθυσμός; Πού υπάρχουν πολυβολεία και πού καταφύγια; Πόσα από αυτά είναι χρησιμοποιήσιμα σήμερα και πόσα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης;

Οι απαντήσεις από τους αρμόδιους φορείς δεν ήλθαν και μάλλον ευνόητα, καθώς τα συγκεκριμένα ερωτήματα αποτελούν διαβαθμισμένες πληροφορίες που για αυτονόητους λόγους δεν μπορούν να δοθούν, ούτε καν κατά προσέγγιση.

Ωστόσο, σε μια παράλληλη έρευνα που ξεκίνησε το GRTimes με την υπερπολύτιμη βοήθεια της αρχαιολόγου Δέσποινας Χαρίτου, η οποία από το 2017 αναζητεί θέσεις στη Β. Ελλάδα όπου σημειώθηκαν στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρέχονται σημαντικά στοιχεία, που αποδεικνύουν ότι η χώρα δεν είναι «γυμνή». Μέσα από τη συνέντευξη με την κα. Χαρίτου, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι με λίγες, προσεγμένες κινήσεις, καταγραφής και αξιοποίησης, η οχυρωματική κατάσταση αλλά και η προστασία του πληθυσμού της περιοχής, μπορεί να αυξηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό.

Αλλά και ιστορικά να το δει κανείς, μιλάμε για χώρους και κατασκευές που θα μπορούσαν μελλοντικά, να παίξουν καταλυτικό ρόλο ακόμη και για λόγους επισκεψιμότητας από το κοινό.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

«Με την ιδιότητα του αρχαιολόγου, από το 2017 αναζητώ θέσεις στη Βόρεια Ελλάδα, όπου σημειώθηκαν στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, την εποχή που τα συμμαχικά στρατεύματα της Αντάντ επιδόθηκαν σε ένα σπουδαίο οχυρωματικό έργο για τη διαμόρφωση του Μετώπου Θεσσαλονίκης (Salonika Front).

Στα πλαίσια των διδακτορικών μου σπουδών, στο τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, οι πρώτες δημοσιεύσεις της έρευνας επικεντρώθηκαν στο έργο του ελληνικού και γαλλοβρετανικού στρατού για να οχυρωθεί η πόλη της Καβάλας (1914) και της Θεσσαλονίκης (1916). Επίσης, θέματα τροφοδοσίας πόλεων εν καιρώ πολέμου και πόλεις σε επιχειρησιακή ετοιμότητα για ενίσχυση στρατευμάτων απασχολούν το ενδιαφέρον, καθώς εκεί είναι που εντοπίζονται κυρίως οι οχυρωμένες πόλεις-λιμάνια που στηρίζουν τα μέτωπα.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

-Όλα όσα μας αναφέρετε και αποτελούν πεδίο ενδιαφέροντος για εσάς από άποψη οχυρωτικής, είναι γνωστά στο ευρύ κοινό ή τώρα αρχίζουν να αποκτούν το ενδιαφέρον και τη σημασία που τους αναλογεί;

Tη στιγμή που τα πεδία μαχών στο Δυτικό Μέτωπο (1914-1919) αναδεικνύουν σε μεγάλο βαθμό τη δική τους στρατιωτική κληρονομιά με μουσεία χαρακώματα in situ, στη Βόρεια Ελλάδα κινούμαστε ακόμα ερευνητικά. Οι πρώτες προσπάθειες επικεντρώθηκαν στη συγκέντρωση των οχυρωματικών δομών περιμετρικά της Θεσσαλονίκης, ώστε να χρονολογηθούν με ακρίβεια στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου και στη συνέχεια να αποκτήσουν την ιστορικότητα τους, για προστασία και αξιοποίηση. Ενώ προηγήθηκε εκτεταμένη επιφανειακή έρευνα για τον εντοπισμό και την τεκμηρίωση τους σε διάστημα ενός έτους,  μεταξύ 2017-2018, τα οχυρωματικά έργα δεν έχουν αξιοποιηθεί τουριστικά, με τα δυο χρόνια της πανδημίας 2020-2022 να δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο το εγχείρημα για την επισκεψιμότητα τους.

-Εκτός από την τουριστική αξιοποίηση, είναι φρόνιμο να τα θεωρήσουμε χρήσιμα και λειτουργικά σήμερα;

Παρ’ όλο που έχουν περάσει πολλά χρόνια από την κατασκευή και τη τελευταία χρήση τους (1918), πολλές από αυτές τις θέσεις παραμένουν σε άριστη κατάσταση. Αυτό οφείλεται στο ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό που κατασκευάστηκαν με τα στρατεύματα της Αντάντ να οχυρώνουν την πόλη και να την εγκαταλείπουν μετά από δυο χρόνια, αφού δεν χρειάστηκε να πολεμήσουν (1916-1918). Το γεγονός λοιπόν πως δεν υπήρξε εισβολή τότε και δεν έγιναν μάχες  στη Θεσσαλονίκη, κάνει τα  οχυρά να μην δείχνουν και τόσο θελκτικά στα μάτια ορισμένων επισκεπτών,  σε σύγκριση με άλλα μέτωπα πολέμου, όπου σημειώθηκαν σφοδρές μάχες. Αν τώρα αυτό το στοιχείο βοηθά σήμερα στο να συνεχίσουν τον απόρρητο χαρακτήρα τους για να γίνουν λειτουργικά και να χρησιμοποιηθούν εντέλει για τον σκοπό που κατασκευάστηκαν, τότε μάλλον η εξέλιξη τους στη διάρκεια των χρόνων κρίνεται ωφέλιμη.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Η λειτουργικότητά τους στον τομέα της ασφάλειας

-Μπορούμε να αναφέρουμε ακριβώς πόσα λειτουργικά καταφύγια διαθέτει αυτή τη στιγμή η Β. Ελλάδα στο σύνολό της σε περίπτωση που έχουμε εκδήλωση εισβολής σήμερα στη χώρα;

Θα σας αντιστρέψω την ερώτηση με την σκέψη να εστιάζει στον αριθμό των καταφυγίων και οχυρών αυτή τη στιγμή που υπάρχουν στον Βόρειο Ελλαδικό χώρο και αποτελούν χώρους αναψυχής και τουριστικής αξιοποίησης. Μην ξεχνάμε πως τα δυο κύρια και άρτια κατασκευασμένα οχυρά της Γραμμής Μεταξά (1936-1940), ικανά αυτή τη στιγμή να δεχτούν κόσμο σε σωστές συνθήκες είναι τα οχυρά Ρούπελ και  Λίσσε. Εκτός από το μεγάλο τους μέγεθος, είναι φροντισμένα και καθαρά στο εσωτερικό τους σε σύγκριση με άλλα και δεν γνωρίζω κατά πόσο η κοινωνία θα ήταν έτοιμη να τα διαθέσει για την προστασία των πολιτών της σε περίπτωση εχθρικής εισβολής υπό το φόβο ενός απρόσμενου βομβαρδισμού, όπως παρακολουθούμε στους δέκτες μας να σημειώνεται στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Αν όμως θελήσουμε να εξαιρέσουμε  αυτά τα δυο στολίδια της ένδοξης στρατιωτικής ιστορίας μας για να τα χρησιμοποιήσουμε μόνο στη μουσειακή τους διάσταση, ως χώρους ανείπωτου ηρωισμού, θα σας έλεγα με σιγουριά πως αυτή τη στιγμή υπάρχουν οχυρωμένες θέσεις, άγνωστες στο ευρύ κοινό και διάσπαρτες στις περιφέρειες της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας. Μάλιστα, είναι όλες ικανές να επιτελέσουν τον σκοπό τους για την ασφάλεια των συμπολιτών μας ή και για επαναχρησιμοποίηση από τον στρατό, σε ενδεχόμενο άμυνας και αντίστασης.

Σε έναν λόγο υπάρχει συγκρότημα με 7 διακριτά υπόγεια καταφύγια

-Αν δεν μπορούμε να αναφέρουμε, πόσα από αυτά είναι λειτουργικά, πόσα μπορούν δηλαδή να λειτουργήσουν και σήμερα, μπορούμε να αναφέρουμε τι χρειάζονται για να καταστούν;

Πολλά μπορούν να γίνουν αρκεί να υπάρχει θέληση και κινητοποίηση από την κοινωνία που τα διαθέτει. Όπως γίνονται προσπάθειες για χάραξη ιστορικών διαδρομών και ένταξη τους στον στρατιωτικό τουρισμό, με τον ίδιο τρόπο μπορεί να γίνει σχέδιο επαναχρησιμοποίησης τους σε ενδεχόμενο πολέμου. Δυστυχώς, πολλά από τα οχυρά του Α ΠΠ επειδή είναι εξολοκλήρου θαμμένα στο έδαφος, έχουν δεχτεί χώμα στο εσωτερικό τους και θα χρειαστεί απόσπαση μεγάλης ποσότητας φερτών υλικών, μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο και μεθοδική αρχαιολογική έρευνα σε περίπτωση που εντοπιστούν κινητά ευρήματα στο εσωτερικό. Όλα θα πρέπει να καταγραφθούν και να φυλαχθούν σε μουσειακούς χώρους. Το ευτυχές γεγονός, είναι πως σε κοντινές αποστάσεις, εντοπίζονται οχυρώσεις μεταγενέστερων χρόνων και δεν χρειάζονται ανάλογης φροντίδας, από τη στιγμή που δεν βρίσκονται θαμμένα στο έδαφος αλλά είναι κατασκευασμένα με υπέργειο τρόπο.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Μια καλή εικόνα δίνει η περιοχή της Δράμας και συγκεκριμένα η περιοχή του Νέστου, η οποία για το λόγο του ότι βρίσκεται στην ελληνοβουλγαρική συνοριακή γραμμή, έχει δεχτεί σε ήδη αμυντικά διαμορφωμένους χώρους του Α και Β Παγκοσμίου Πολέμου, επιπρόσθετες ενισχυμένες και βελτιωμένες οχυρώσεις με σύγχρονα υλικά κατασκευής από τη δεκαετία του ‘70.

Σε έναν λόφο συγκεκριμένα, υπάρχει αυτή τη στιγμή συγκρότημα με 7 διακριτά υπόγεια καταφύγια (μπορεί και παραπάνω) με εξόδους κινδύνου και πολυβολεία θαμμένα με ακάλυπτες μόνο τις θύρες βολής. Εντοπίζει κανείς στο εσωτερικό υπόγειους διαδρόμους, κοιλότητες για τοποθέτηση αντιαεροπορικών πυροβόλων αλλά και σκάλες που οδηγούν σε διπλανά διαμερίσματα με μικρά παράθυρα να ανοίγουν στην άνω επιφάνεια του εδάφους. Σε αυτά δεν κρίνω δύσκολη την πρόσβαση στο εσωτερικό, αρκεί να εντοπιστεί η κρυμμένη είσοδος που συνήθως είναι καλυμμένη με συρματόπλεγμα και φυλλώματα. Σαφώς και δεν είναι μόνο αυτά, παρόμοια μπορεί να εντοπιστούν και σε άλλες θέσεις, εφόσον πραγματοποιηθεί κινητοποίηση και εξερεύνηση περιοχής.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

-Που οφείλεται κατά τη γνώμη σας η επαναλαμβανόμενη οχύρωση στις συγκεκριμένες περιοχές;

Η προνομιακή και στρατηγική θέση των πόλεων Δράμας, Καβάλας και Σερρών στη διαχρονία τους διαπιστώνεται από σειρά πολεμικών γεγονότων που έλαβαν χώρα στην περιοχή, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που οι πόλεις αποτέλεσαν αντικείμενο πολιτικών διεκδικήσεων. Το γεγονός πως και οι τρεις περιοχές βρίσκονται σε σταυροδρόμι χερσαίων και θαλάσσιων φυσικών οδών επέτρεψε ήδη από το 1913 το τμήμα Οχυρώσεων της Επιτελικής Υπηρεσίας Στρατού (ΕΥΣ) να ξεκινήσει  σχεδιασμό οχυρωματικών έργων. Μπορεί τα πρώτα οχυρά να ξεκίνησαν με τη μορφή «τύπου ερυμάτων ανασχέσεως περίκλειστου σχήματος» αλλά στα ίδια σημεία εντοπίζονται σύγχρονες βελτιωμένες οχυρώσεις της εποχής Μεταξά αλλά και κυβερνήσεων από τη δεκαετία του ‘60-70.

-Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, τι θα θέλατε να σημειώσετε όσον αφορά την ύπαρξη οχυρωμένων θέσεων και κατά πόσο αυτά σήμερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό που κατασκευάστηκαν;

Κάποιος που επισκέπτεται τις οχυρωμένες θέσεις της Θεσσαλονίκης δεν φεύγει αδιάφορος, διότι στην πόλη μας συγκεντρώνονται όλες οι οχυρώσεις, όλων των πολεμικών συγκυριών του 20ου αιώνα και μάλιστα σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους. Περισσότερο εντυπωσιασμένος φεύγει κανείς, όταν αντιλαμβάνεται το τιτάνιο έργο των Γαλλοβρετανών της Ανταντ, να παραδώσουν σε λίγους μήνες ένα σύγχρονο αμυντικό σύστημα σε ελληνική επικράτεια, και που ιστορικά θα αποτελέσει τον πρόδρομο των μελλοντικών οχυρώσεων.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Μάλιστα, στην ερώτηση «γιατί ψάχνω» και «ποιος ο κοινωνικός αντίκτυπος», πέραν από την επιθυμία για ιστορική ένταξη όλων των σημείων ως μνημεία πολέμου, δηλώνω ξεκάθαρα πως μπορεί να μελετώ τον πόλεμο αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιθυμώ να τον αναβιώσουμε.

Πέραν αυτού όμως, στην ερώτηση σας «αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα αυτά και σε ποιόν βαθμό», θα σας απαντούσα πως «μπορούν», αρκεί να γίνουν κατάλληλοι καθαρισμοί στο εσωτερικό ορισμένων και ιδίως σε αυτά που βρίσκονται εξολοκλήρου θαμμένα μέσα στη γη, τα οποία κατασκευάστηκαν για να καμουφλαριστούν και να μην γίνουν ποτέ αντιληπτά. Τα πολυβολεία του Α ΠΠ (1915-1916) αυτή τη στιγμή στη Θεσσαλονίκη ξεπερνούν τα 50 σε αριθμό, από τα οποία μόλις τα 33 έχω επισκεφθεί και τα έχω χρονολογήσει με ακρίβεια, τα υπόλοιπα ενώ έχουν εντοπιστεί με τη βοήθεια χάρτη στάθηκε αδύνατον να τα προσεγγίσω. Πλησίον αυτών, υπάρχουν και άλλες οχυρώσεις από τη δεκ του ‘40 και τη δεκ του ’50 με σύγχρονα υλικά κατασκευής, αρκετά ανθεκτικά και με ευρυχωρία στο εσωτερικό τους. Βρίσκονται στα δυτικά προάστια της πόλης πάνω σε ορεινά περάσματα προς τον Λαγκαδά και την περιοχή του Μελισσοχωρίου και Ωραιοκάστρου.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

-Γιατί αυτές οι εγκαταστάσεις, τουλάχιστον σε ότι αφορά τα πολυβολεία, παραμένουν μέχρι σήμερα άγνωστα σημεία για πολίτες που θα ήθελαν ενδεχομένως να τα επισκεφθούν; Γιατί δεν αποτελούν κομμάτι της ιστορίας;

Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω να σας απαντώ με την ιστορική φράση του George Clemanceau «les Jardiniers de Salonique», μια φράση που αν και ειπώθηκε για να θέσει σε υποδεέστερη κατάταξη το Μέτωπο Θεσσαλονίκης και την επιχειρησιακή δραστηριότητα των ξένων στρατευμάτων στην πόλη μας, κατάφερε να βάλει τα θεμέλια για την μη ιστορική αναγνωρισιμότητα του αμυντικού έργου που διαθέτει η πόλη μας και συνεχίζει κατά κάποιον τρόπο να είναι υπό αμφισβήτηση στην αντίληψη μας. Κι αυτό γιατί, οι στρατιώτες στα πρώτα χρόνια του πολέμου, διαμορφώνοντας την πρώτη γραμμή άμυνας πολυβολείων, αναγκάστηκαν μη συμμετέχοντες σε μάχες, όπως συνέβαινε με συμπατριώτες τους σε άλλα μέτωπα, να καλλιεργούν  τις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης προκειμένου να εξασφαλίσουν τα αναγκαία τρόφιμα μόνοι τους.

Οχύρωναν λοιπόν κατά τον πρώτο χρόνο παραμονής και ταυτόχρονα φρόντιζαν για την ημερήσια διατροφή που έπρεπε να βασίζεται σε θρεπτικά συστατικά. Έναν αιώνα μετά, τα ίδια τα πολεμικά κατάλοιπα που εντοπίστηκαν και χρονολογήθηκαν, έρχονται να ανατρέψουν τα ιστορικά δεδομένα και να αποδείξουν τη σπουδαιότητα της επίπονης αυτής εργασίας για την αμυντική θωράκιση της Θεσσαλονίκης, με εμάς να συζητούμε σήμερα κατά πόσο θα μπορούσαν στις μέρες μας να λειτουργήσουν για τον σκοπό που σχεδιάστηκαν. Αυτό και μόνο τα εντάσσει αμέσως στο νέο πλαίσιο της ιστορικότητας που διαμορφώνεται εν έτει 2022 και με όλες τις τελευταίες πολεμικές αναμετρήσεις που συμβαίνουν σε ουκρανικό-ευρωπαϊκό έδαφος.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

-Πόσο πραγματικά οχυρωμένη είναι η χώρα από στρατιωτικής άποψης αλλά και σε επίπεδο προστασίας του άμαχου πληθυσμού;

Θεωρώ πως η χώρα από ιστορικής άποψης είναι αρκετά καλά οχυρωμένη, αλλά για την προστασία του άμαχου πληθυσμού σήμερα, ίσως χρειαστούν νέες υποδομές σε ασφαλή και προσβάσιμα σημεία, εντός και εκτός αστικής ζώνης. Σε περιοχές πάντως, που σώζονται οχυρωματικά έργα του 20ου αιώνα θα μπορούσα με ασφάλεια να υποστηρίξω την χρησιμότητα όσων κατασκευάστηκαν μετά τη δεκαετία του ‘50 διότι αυτά είναι που σώζονται σε άριστη κατάσταση χωρίς να έχουν δεχτεί ίχνος καταστροφής ή παραμέλησης.

Στη Δράμα είναι εξολοκλήρου όλα θαμμένα ενώ στη Θεσσαλονίκη υπερέχουν κατά το ήμισυ από την επιφάνεια του εδάφους. Όσον αφορά τα οχυρά του Α ΠΠ όμως, όπως σώζονται στην πλειονότητα τους στα πέριξ των νομών Θεσσαλονίκης- Κιλκίς, θεωρώ πως δεν στερούνται της προσοχής εφόσον και αν επιδοθούν σε εργασίες απομάκρυνσης φερτών υλικών από το εσωτερικό… Η χώρα μας είναι οχυρωμένη με αρκετά υπόγεια αντιαεροπορικά καταφύγια της εποχής του Α και Β΄ Παγκοσμίου που ωστόσο δεν είναι γνωστά στους συμπολίτες μας και ενδεχομένως και στις τοπικές διοικήσεις.

Από την άλλη, καταφύγια γνωστά στους συμπολίτες μας, που διαμένουν σε πολυκατοικίες με εσωτερικές διασυνδέσεις, δεν είναι επίσης γνωστά στις τοπικές αρχές και τη δύσκολη στιγμή θα χρειαστούν. Συνεπώς, μόνο με μια επίσημη καταγραφή, όπου αυτά εντοπίζονται εντός αστικού ή πεδινού/ ορεινού τοπίου με συγκέντρωση στοιχείων και διαπιστώσεις από εμπειρογνώμονες του υπουργείου Άμυνας, θα μπορούσε να κριθεί η επαναχρησιμοποίηση τους με βάση κάποιους άξονες ασφαλείας και κατάλληλων συνθηκών διαβίωσης. Στον πόλεμο όμως θα πρέπει να θυμόμαστε πως δεν υφίστανται πάντα κανόνες κατάλληλης διαβίωσης…

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Τα είδη των καταφυγίων

Σύμφωνα με όσες πληροφορίες έδωσε στη δημοσιότητα η Πολιτική Άμυνα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, τα καταφύγια και τα ορύγματα που μπορούν να προσφέρουν την ασφαλέστερη προστασία στον άμαχο πληθυσμό από τις εχθρικές προσβολές.
Από πειράματα που έγιναν, διαπιστώθηκε πως ένα άτομο που βρίσκεται την ώρα του βομβαρδισμού στο σπίτι του είναι τρεις φορές ασφαλέστερο από ένα άτομο που είναι ακάλυπτο στο δρόμο. Ενώ ένα άτομο που βρίσκεται μέσα σε καταφύγιο είναι πέντε φορές ασφαλέστερο από αυτό που βρίσκεται στο σπίτι και δεκαπέντε φορές ασφαλέστερο από ένα άλλο που βρίσκεται ακάλυπτο στο δρόμο.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Τα είδη των καταφυγίων είναι τρία και είναι τα εξής:

Α. Δημόσια – Δημοτικά: Κατασκευάζονται από το Δημόσιο ή τους Δήμους και τις Κοινότητες, για την προστασία του πληθυσμού ή του προσωπικού των Δημόσιων υπηρεσιών.
Β. Ιδιωτικά: Κατασκευάζονται από ιδιώτες ή επιχειρήσεις για δική τους χρήση ή είναι ιδιωτικά υπόγεια κτιρίων, τα οποία έχουν κατάλληλες προδιαγραφές και έχουν εντοπιστεί από καιρού ειρήνης για χρήση σε έκτακτες καταστάσεις από συγκεκριμένο αριθμό περιοίκων.
Γ. Ορύγματα (χαρακώματα): Είναι και αυτά ένα είδος καταφυγίων. Κατασκευάζονται σε ελεύθερους χώρους και μακριά από οικοδομές. Μπορούν να κατασκευαστούν γρήγορα με μικρή δαπάνη και παρέχουν ικανοποιητική προστασία.

Από το προσωπικό αρχείο της Δ. Χαρίτου

Πότε ηχούν οι σειρήνες

Τα ραντάρ της αεροπορίας ελέγχουν νυχθημερόν ό,τι κινείται στον αέρα. Σε περίπτωση κινδύνου από εχθρική επίθεση, η Πολιτική Άμυνα, θα ειδοποιήσει έγκαιρα ώστε να ο πληθυσμός να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης, δίνοντας με τις σειρήνες το σύνθημα συναγερμού.

Σε περίπτωση επίθεσης οι σειρήνες θα ηχήσουν επί ένα λεπτό της ώρας και ο ήχος τους κυμαίνεται σε ένταση, ενώ λήξη του συναγερμού συνιστά ένας συνεχόμενος ήχος των σειρηνών σταθερής έντασης.

Σύμφωνα με πληροφορίες του GRTimes, μηχανισμοί σειρήνων υπάρχουν διάσπαρτες μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αλλά και ολόκληρης της χώρας σε ταράτσες δημόσιων κτιρίων ή και πολυκατοικιών. Συχνά, ενεργοποιούνται και ηχούν λόγω της έναρξης μεγάλων στρατιωτικών ασκήσεων όπως ο Παρμενίων, ενώ ταυτόχρονα γίνεται και ένα είδος καταγραφής βλαβών εάν υπάρχουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, υπεύθυνος για την αποκατάσταση της βλάβης είναι ο εκάστοτε δήμος της περιοχής στην οποία έχει τοποθετηθεί η σειρήνα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Πόλεμος στην Ουκρανία: Στις 10:30 ο τέταρτος γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ Κιέβου και Μόσχας (VIDEO)

Στέλεχος της κυβέρνησης της Κριμαίας: Χερσαίος διάδρομος συνδέει πλέον τη χερσόνησο με το Ντονμπάς

Σάββας Χαλιαμπάλιας: Μείωση κατά 50% των ασφαλιστικών εισφορών στην παραγωγή

Γεωργαντάς: Η αξιοπιστία και η τήρηση των κανόνων στο εθνικό brand των τροφίμων, προϋποθέσεις ανάπτυξης

ΥΦΥΠΕΞ: «Ενεργό ενδιαφέρον της σαουδαραβικής πλευράς για επενδύσεις στην Ελλάδα»

Άγκυρα: Έκτακτη συνεδρίαση των υπ. Άμυνας του ΝΑΤΟ την Τετάρτη για το Ουκρανικό

Διαδήλωση Ουκρανών πολιτών στο κέντρο της Θεσσαλονίκης (ΦΩΤΟ)

Δείτε τις ειδήσεις από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο GRTimes.gr

Ακολουθήστε το GRTimes στο Google News και ενημερωθείτε πριν από όλους

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

go-to-top