Τη δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας όσον αφορά στην πανδημία, επιβεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου των Νόσων (ECDC) που δημοσιεύει το Our World in Data.
Η χώρα μας το τελευταίο διάστημα έχει παρουσιάσει μια δραματική εκθετική αύξηση στον δείκτη των επιβεβαιωμένων νέων θανάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμού (Είναι ο δείκτης που παρουσιάζει το ρυθμό της θνησιμότητας της νόσου) ξεπερνώντας πλέον πολλές χώρες αλλά και τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Συγκεκριμένα ήδη στις 24 Νοεμβρίου η Ελλάδα με 7,52 νέους θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού ξεπερνούσε τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 7.51.
Τη επομένη 25 Νοεμβρίου και ενώ ο δείκτης της ΕΕ ήταν 7.57, στην Ελλάδα εκτοξευόταν στο 8.05 (νέοι θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού) και στην συνέχεια ανήλθε στο 8.42 .
Την ίδια ημέρα στην Πορτογαλία, ίδιου πληθυσμού με την Ελλάδα, ο δείκτης ήταν μόλις στο 7.05 . Κι έχει ιδιαίτερη σημασία η σύγκριση με την Πορτογαλία αφού όπως φαίνεται από τον πίνακα, από τις αρχές Οκτωβρίου η Πορτογαλία ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση με τον συγκεκριμένο δείκτη να καταγράφει τιμές πολύ ανώτερος της Ελλάδας. Όμως το τελευταίο δεκαήμερο η Πορτογαλία κατάφερε αρχικά να σταθεροποιήσει την κατάσταση και σταδιακά να πετύχει την αποκλιμάκωσή της .
Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η σύγκριση με την κατάσταση των ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα καταρρίπτει το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ στην εξάπλωσης της πανδημίας ο δείκτης θάνατοι ανά εκατομμύριο βρίσκεται μόλις στο 5.06 .
Η Ελλάδα ξεπέρασε τις ΗΠΑ στον δείκτη αυτό από τις 13 Νοεμβρίου και από τότε βρίσκεται σταθερά πάνω από τις ΗΠΑ.
Στην Γερμανία τώρα που αντιμετωπίζει και αυτή το δεύτερο κύμα της πανδημίας, ο δείκτης βρισκόταν χθες σε μια από τις χαμηλότερες θέσεις. Στις 25 Νοεμβρίου ήταν στο 3.05 .πολύ πιο χαμηλά από την Ελλάδα. Παρατηρούμε επομένως ότι και η Γερμανία κατόρθωσε να μειώσει τον δείκτη αν και στις αρχές Νοέμβρη βρέθηκε και αυτή να σημειώνει τιμές ανώτερες της Ελλάδας εκείνη την περίοδο.
Στις 5 Νοεμβρίου ο δείκτης , της Γερμανίας βρισκόταν στο 1.12, της Ελλάδας μόλις στο 0.96, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν στο 5.05.