Σε μία ασυνήθιστη κίνηση, το ΚΕΟΔΔΥΠ UNESCO του ΑΠΘ παρεμβαίνει στον δημόσιο διάλογο και θέτει μια σειρά ερωτημάτων και ζητημάτων σχετικά με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το νερό, το οποίο συζητείται στη Βουλή. Την ώρα που ο αρμόδιος υπουργός Κώστας Σκρέκας, διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι «το νερό ήταν και θα παραμείνει σε δημόσιο έλεγχο», μέλη της UNENCO και καθηγητές του ΑΠΘ, κρούουν καμπανάκι για τη συνταγματικότητα του νομοσχεδίου, για τον ανεπαρκή χρόνο διαβούλευσης, για κίνδυνο αύξησης της τιμής του δημόσιου αγαθού, για κίνδυνο ιδιωτικοποίησής του, αλλά και για τον τρόπο διαχείρισης του νερού από τη Ρυθμιστική Αρχή.
«Η παρέμβαση αυτή γίνεται ομολογουμένως ετεροχρονισμένα (μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου), καθώς δεν υπήρξε ούτε επαρκής χρονική περίοδος, αλλά ούτε και κατάλληλη διαδικασία διαβούλευσης που θα επέτρεπε κάτι τέτοιο να γίνει στον σωστό χρόνο και με τον επιστημονικά ορθό τρόπο», αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση του ΚΕΟΔΔΥΠ, με την οποία προτείνει την απόσυρση του νομοσχεδίου «Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.) και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής».
«Super Fast Τrack η διαδικασία διαβούλευσης»
Ο αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ Διονύσης Λατινόπουλος, εξηγεί στο GRTimes: «Το νομοσχέδιο δεν τέθηκε καν σε συζήτηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως οι ΔΕΥΑ. Δεν ακολουθήθηκε η πρέπουσα διαδικασία διαβούλευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι τέθηκε μόνο 4 ημέρες σε διαβούλευση, ενώ προβλέπονται 15 και ενώ για ένα τόσο σοβαρό νομοσχέδιο, θα λέγαμε ότι απαιτούνται μήνες. Οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν ήταν super fast track».
Το ΚΕΟΔΔΥΠ θεωρεί επιπλέον ότι η υπαγωγή των υπηρεσιών ύδατος στη νέα Ρυθμιστική Αρχή δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς ως προς την αναγκαιότητά της.
«Μια ρυθμιστική αρχή έχει συνήθως ως αντικείμενο να εποπτεύει και να ρυθμίζει μια ελεύθερη αγορά που λειτουργεί υπό συνθήκες ανταγωνισμού, προστατεύοντας έτσι (σύμφωνα με το ευρωπαϊκό και το εθνικό δίκαιο) τους καταναλωτές από τις υπερβολικές χρεώσεις. Στην περίπτωση όμως των υδάτων (και ειδικά του πόσιμου νερού) έχουμε ένα φυσικό πόρο που αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και ο οποίος ως σήμερα τελεί υπό καθεστώς νόμιμου μονοπωλίου που είναι υπό την εποπτεία των κρατικών φορέων αλλά και της τοπικής αυτοδιοίκησης».
«Μπάχαλο» οι αρμοδιότητες των ΔΕΥΑ-«Παραθυράκι» για ιδιωτικοποίηση
«Προκύπτει λοιπόν ένα ερώτημα, το οποίο φαίνεται να απασχολεί και όλους σχεδόν τους φορείς οι οποίοι προσφέρουν μέχρι σήμερα υπηρεσίες ύδατος, αναφορικά με το πώς η νέα ρυθμιστική αρχή θα διαχειριστεί έναν τέτοιο πόρο στο μέλλον χωρίς να προκύψει ο κίνδυνος να αλλοιώσει τα παραπάνω χαρακτηριστικά του. Με άλλα λόγια, είναι έντονη η ανησυχία, ότι με τη θέσπιση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. ενδέχεται να προκύψουν παρεμβάσεις στον τομέα υπηρεσιών ύδατος που θα οδηγήσουν σε συγχωνεύσεις των Δ.Ε.Υ.Α. και κατ’ επέκταση σε έμμεση/σταδιακή ιδιωτικοποίησή τους (σε αντίθεση με πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ υπέρ της δημόσιας διαχείρισης του νερού: ΣτΕ 1906/2014, 190/2022, 191/2022 και 1886/2022). Έντονος είναι, επίσης, ο προβληματισμός ότι το προτεινόμενο νομοσχέδιο ανατρέπει το υφιστάμενο καθεστώς λειτουργίας των φορέων παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και προκαλεί έτσι μια σύγχυση και αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων», σημειώνεται σχετικά στην παρέμβαση του ΚΕΟΔΔΥΠ UNESCO ΑΠΘ.
«Το νομοσχέδιο αφήνει ανοικτό “παράθυρο”, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε απορρύθμιση και ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου αγαθού», σημειώνει ο κ. Λατινόπουλος.
Πόσο θα πληρώνουμε;
«Ένα κρίσιμο ζήτημα που δεν έχει απαντηθεί από το νομοσχέδιο είναι το κριτήριο ή τα κριτήρια γύρω από τα οποία θα αναπτυχθεί η διαδικασία διαμόρφωσης και ελέγχου της τιμής του νερού, καθώς στην τιμολόγηση του πόσιμου νερού μπορούν να ληφθούν υπόψη αρκετά αντικρουόμενα κριτήρια. Έτσι λοιπόν, ένα κριτήριο που μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές νερού είναι η κοινωνική διάσταση του νερού (όπως τονίζεται στην πρόσφατη Ευρωπαϊκή Οδηγία για το πόσιμο νερό), με τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ασφαλές πόσιμο νερό για όλους, και με έμφαση στις ευάλωτες και περιθωριοποιημένες ομάδες. Από την άλλη, σημαντικό κριτήριο που μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές νερού, σύμφωνα με την Οδηγία πλαίσιο για τα νερά, αποτελεί η τιμολόγησή του βάσει του πλήρους κόστους (συμπεριλαμβανομένου του κόστους του πόρου και του περιβαλλοντικού κόστους). Το νερό, ως περιβαλλοντικό αγαθό, ως ένας περιορισμένος φυσικός πόρος (ή φυσικός πόρος σε ανεπάρκεια), και ταυτόχρονα εξαιτίας του κοινωνικού χαρακτήρα του που ως πόσιμο πρέπει να είναι προσβάσιμο σε όλους, δεν πρέπει και δεν μπορεί να ακολουθεί τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς.
Η έναρξη λειτουργίας της νέας ρυθμιστικής αρχής σε μια περίοδο που το ενεργειακό κόστος πιέζει ασφυκτικά τόσο τα οικιακά τιμολόγια όσο και τη βιωσιμότητα των ΔΕΥΑ, εκτιμάται πως ενδέχεται να επιφέρει σημαντικές αυξήσεις στην τιμή του νερού προς τους πολίτες, αλλά και υπέρογκα πρόστιμα στις ΔΕΥΑ. Η πιθανή επιβολή υψηλών προστίμων μπορεί να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερο κοινωνικό κόστος, δημιουργώντας μεταξύ άλλων συνθήκες συγχώνευσης των υπηρεσιών».
Το ΚΕΟΔΔΥΠ εκφράζει τις ενστάσεις του και ως προς τη λειτουργία της Ρυθμιστικής Αρχής:
«Η υπαγωγή των υπηρεσιών ύδατος σε μια ρυθμιστική αρχή δεν αποτελεί μονόδρομο, καθώς δεν προκύπτει κάποιο σημαντικό κενό στην υφιστάμενη Νομοθεσία (η οποία βασίζεται στην Οδηγία 2000/60/ΕΚ). Αντίθετα, η βιώσιμη διαχείριση των υδάτων (συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής τους διάστασης και της βέλτιστης τιμολόγησης του νερού), καθώς και η σύγχρονη υδατική διακυβέρνηση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσω της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων, όπως όριζε η εθνική νομοθεσία, αλλά και μέσω της αναβάθμισης της Γενικής Γραμματείας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων. Επίσης η ενίσχυση των Δ.Ε.Υ.Α., κυρίως με επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, θα μπορούσε να συμβάλει στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των ιδιαίτερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει κάθε Δήμος (ακόμα και στα ζητήματα τιμολόγησης), κάτι που θα είναι αρκετά δύσκολο να το πραγματοποιεί στο μέλλον κεντρικά μια ρυθμιστική αρχή.
Εν κατακλείδι το νομοσχέδιο, η συνταγματικότητα του οποίου κρίνεται ως αμφίβολη, από τους ειδικούς, φαίνεται να προκαλεί περισσότερα προβλήματα από όσα επιχειρεί να επιλύσει. Μια προφανής αιτία για αυτό είναι το γεγονός ότι δεν πραγματοποιήθηκε κατάλληλη διαβούλευση. Το ΚΕΟΔΔΥΠ, προτείνει επομένως την απόσυρση του νομοσχεδίου και τίθεται στη διάθεση όλων των αρμόδιων φορέων και των ενδιαφερομένων μερών για μια άμεση διαδικασία συνδιαμόρφωσης ενός θεσμικού πλαισίου που θα επιχειρεί να βελτιώσει τη διαχείριση των υδατικών πόρων σε συνθήκες κλιματικής κρίσης και να συμβάλει σε μια σύγχρονη και αποτελεσματική υδατική διακυβέρνηση, η οποία θα διασφαλίζει το δημόσιο χαρακτήρα του νερού».
Σημειώνεται ότι «μεταξύ των βασικών σκοπών ίδρυσης του Κέντρου UNESCO (κατ. ΙΙ)«Ολοκληρωμένης και Διεπιστημονικής Διαχείρισης Υδατικών Πόρων» (ΚΕΟΔΔΥΠ) του ΑΠΘ είναι η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών ενημέρωσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας ως βάση εφαρμογής των νέων μεθόδων διαχείρισης των υδατικών πόρων, η προώθηση της απαραίτητης πληροφορίας, καθώς και η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων φορέων αλλά και των πολιτών σε θέματα σχετικά με τη διαχείριση των υδατικών πόρων.
Για τον λόγο αυτόν το ΚΕΟΔΔΥΠ επιθυμεί να παρέμβει στον δημόσιο διάλογο που αναπτύσσεται αυτή την περίοδο αναφορικά με το νομοσχέδιο, με τίτλο: «Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.) και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής».
Τι απαντά ο Σκρέκας
«Το νερό ήταν και παραμένει υπό δημόσιο έλεγχο», απαντά ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, ο οποίος νωρίτερα σήμερα Παρασκευή, συναντήθηκε με το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ), στην οποία συμμετείχε και ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων των ΔΕΥΑ, Παύλος Δραγκόλας.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο κ. Σκρέκας χαρακτήρισε «παντελώς αβάσιμες τις φήμες περί δήθεν «ιδιωτικοποίησης του νερού». Στόχος της νομοθετικής πρωτοβουλίας, όπως τόνισε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, «είναι να επιτευχθεί η ενδυνάμωση και η αναβάθμιση του ρόλου των ΔΕΥΑ και βέβαια να διασφαλιστεί η επαρκής παροχή υπηρεσιών ύδατος σε όλους τους πολίτες, με ασφάλεια και σε προσιτές τιμές».
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας επανέλαβε κατηγορηματικά, για ακόμα μια φορά, ότι το νερό ήταν και παραμένει υπό δημόσιο έλεγχο: «Μεταφέρουμε αρμοδιότητες, εποπτεία κι έλεγχο», πρόσθεσε ο κ. Σκρέκας, «για να προχωρήσουμε στην ενδυνάμωση και αναβάθμιση του ρόλου των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης».
Τέλος, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανέλυσε τη σημασία του νομοσχεδίου, που συζητείται στη Βουλή, για τη δημόσια εποπτεία και τον έλεγχο στη διαχείριση των υδάτων και τόνισε ότι η Πολιτεία διατηρεί το σύνολο των ρυθμιστικών – κανονιστικών αρμοδιοτήτων για την άσκηση της υδατικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής κοστολόγησης και τιμολόγησης της ύδρευσης και της αποχέτευσης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Σκρέκας: «Το νερό ήταν και παραμένει υπό δημόσιο έλεγχο»
Σκρέκας: «Καμία πρόθεση για ιδιωτικοποίηση του νερού»
ΚΕΟΔΔΥΠ του ΑΠΘ: Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο για αλλαγή της ΡΑΕ – Δημόσιο αγαθό το νερό
Βουλή: Την προσεχή εβδομάδα η ψήφιση του νομοσχεδίου για το νερό
Η νέα απόπειρα ιδιωτικοποίησης του νερού και η μίζα του 10%