«Ύστερα από χρόνια στασιμότητας και μεταρρυθμιστικής άπνοιας, η οικονομία εισέρχεται σε μια νέα εποχή διατηρήσιμης, ισχυρής, βιώσιμης ανάπτυξης», επισήμανε, μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας σήμερα στο Εθνικό Αναπτυξιακό Συνέδριο για το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027, που διεξάγεται στο Μέγαρο Μουσικής, στην Αθήνα.
Η κυβέρνηση, πρόσθεσε ο πρωθυπουργός, «μεταβάλλει καθημερινά το επενδυτικό περιβάλλον, μειώνει την υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων, διευκολύνει τη δράση τους με ένα πλέγμα διαρθρωτικών παρεμβάσεων, που βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, προωθώντας ταυτόχρονα σημαντικές κρίσιμες επενδύσεις σε νέες υποδομές και δίκτυα».
Δημιουργική ανάταση
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, «το θετικό κλίμα το οποίο διαμορφώνεται για την ελληνική οικονομία είναι αναμφισβήτητο. Ανακλάται ήδη στην αποκλιμάκωση των κρατικών ομολόγων, αλλά και σε ακόμα πιο σημαντικούς δείκτες ως προς την απόδοση της εγχώριας οικονομίας, που δεν είναι άλλοι από τους δείκτες της καταναλωτικής και της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης. Ένας αέρας αισιοδοξίας πνέει σήμερα, και πάλι μετά από μια δεκαετία, στην ελληνική οικονομία. Και διεθνώς το διαπιστώνουμε σε κάθε ευκαιρία και σε κάθε επίσκεψη δική μου, αλλά και των Υπουργών μας στο εξωτερικό, όπου η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως αξιόπιστος εταίρος, αλλά και ως ένας δυναμικός επενδυτικός προορισμός. Απόδειξη πολλά από τα νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα τα οποία ήδη δρομολογούνται αυτούς τους έξι μήνες. Έφερε, λοιπόν, αυτό το εξάμηνο δημιουργικής ανάτασης αισιοδοξία. Έφερε όμως και κάτι ακόμα. Υψηλές προσδοκίες, στις οποίες οφείλουμε όλοι να ανταποκριθούμε. Αυτός ο επιταχυντής της ανάπτυξης δεν θα μας περιμένει ούτε και θα κινητοποιηθεί αυτόματα. Για να τον αξιοποιήσουμε χρειάζονται συγκεκριμένες παρεμβάσεις, αλλά και ρεαλισμός».
Τα εμπόδια
Ωστόσο, πρόσθεσε ο πρωθυπουργό, δύο είναι τα μεγάλα εμπόδια τα οποία καίεται η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει:
-Πρώτο εμπόδιο, οι διαρθρωτικές υστερήσεις της ελληνικής οικονομίας οι οποίες «δεν διαγράφηκαν ως εκ θαύματος». «Μην έχουμε αυταπάτες ότι διορθώθηκαν μέσα σε ένα εξάμηνο. Παραμένουν εδώ και εξακολουθούν να εμποδίζουν την αναπτυξιακή πρωτοβουλία. Είναι ο αρνητικός επίλογος αν θέλετε μιας πολιτικής η οποία καθήλωνε τη χώρα. Δυστυχώς και για το 2019 στην παγκόσμια έκθεση ανταγωνιστικότητας υποχωρήσαμε κατά δύο θέσεις. Στην έκθεση Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας βρεθήκαμε στην 79η θέση χάνοντας 8 θέσεις από το 2018. Αποτελεί συνειδητή στρατηγική δική μου επιλογή, αλλά και του αρμόδιου Υπουργείου η δραστική βελτίωση, εντός σύντομου χρονικού διαστήματος, όλων των σημαντικών διεθνών δεικτών ανταγωνιστικότητας. Και αυτό θα γίνει εξετάζοντας ένα-ένα τα επιμέρους συστατικά που τους συνθέτουν και παρεμβαίνοντας δραστικά σε όλα τα επίπεδα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης
-Δεύτερο μεγάλο εμπόδιο στην προσπάθεια ανασύνταξης της ελληνικής οικονομίας είναι η απογύμνωση της χώρας από ένα κρίσιμο μέγεθος του παραγωγικού της δυναμικού. «Στην κρίση, δυστυχώς, ανεστάλησαν επενδύσεις, απαξιώθηκαν δεξιότητες, λίμνασαν και πολλές φορές εξανεμίστηκαν πόροι. Και βέβαια -μην ξεχνάμε- χάσαμε και ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του ανθρώπινου κεφαλαίου μας, καθώς 450.000 νέοι, κυρίως, συμπολίτες μας εγκατέλειψαν τη χώρα σε αναζήτηση απασχόλησης ή καλύτερων ευκαιριών στο εξωτερικό. Το επενδυτικό κενό που υπάρχει σήμερα ισοδυναμεί με το 50% των πραγματικών αναγκών της οικονομίας. Η χώρα ανακτά τη θέση που της αξίζει στο διεθνή επενδυτικό χάρτη, το κενό το οποίο καλούμαστε να καλύψουμε, όμως, παραμένει πολύ μεγάλο», σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Οι προτεραιότητες
«Οι σημερινές υστερήσεις θα πρέπει να καταστούν προτεραιότητες, ώστε να μετατραπούν σε πυλώνες οικονομικής ανάταξης», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, πως μια από τις κεντρικές προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι οι επενδύσεις στην καινοτομία ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. «Η πολιτική καινοτομίας στην ελληνική οικονομία, οφείλει να στηριχθεί σε μία νέα προσέγγιση για την εθνική στρατηγική έρευνας και καινοτομίας. Επενδύουμε σημαντικές προσδοκίες στο νέο ρόλο και στη νέα σύνθεση του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας, Καινοτομίας το οποίο -για πρώτη φορά συγκροτήθηκε- όχι αποκλειστικά από θεωρητικούς ακαδημαϊκούς. Ενσωματώνει στη σύνθεσή του και ανθρώπους με μεγάλη εμπειρία στην αγορά», σημείωσε.
Επίσης αναφέρθηκε στη σύσταση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας αλλά και στη ανάγκη δημιουργίας ενός ενιαίου φορέα σχεδιασμού και συντονισμού προγραμμάτων επιχειρηματικότητας κατά τη νέα προγραμματική περίοδο.
Στις προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι επίσης οι δράσεις που αφορούν την πράσινη ανάπτυξη, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την εξοικονόμηση και μείωση του κόστους ενέργειας σε όλα τα επίπεδα, την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών, τη διαχείριση υδάτων και συνολικά τις πολιτικές που αφορούν στην κυκλική οικονομία. Διαθέτουμε ήδη ένα σημαντικό κείμενο το οποίο κατευθύνει τις πολιτικές μας.
Έμφαση θα δοθεί και στην εκπαίδευση των εργαζομένων με τα προγράμματα κατάρτισης, ενώ «θα χρειαστεί ένα γενναίο νοικοκύρεμα στην οργάνωση της αγοράς παροχών υπηρεσιών εκπαίδευσης εργαζομένων και του συστήματος χρηματοδότησης μέσω του ΕΛΕΚ, πρώην ΛΑΕΚ». Όπως είπε ο πρωθυπουργός «κεντρική προτεραιότητα η σύνδεση της αγοράς εργασίας με την εκπαίδευση, ο τρόπος με τον οποίο τα Πανεπιστήμιά μας θα μπορούν να προσφέρουν προπτυχιακά, αλλά κυρίως μεταπτυχιακά προγράμματα, ανταποκρινόμενα στις ανάγκες εργασίας, αλλά και το πώς θα αντιμετωπίσουμε το μεγάλο πρόβλημα των νέων οι οποίοι δεν βρίσκονται ούτε σε εργασία ούτε σε εκπαίδευση. Και θα τους δώσουμε μέσα από ταχύρρυθμα προγράμματα κατάρτισης και πιστοποίησης μια καινούργια ευκαιρία στην απασχόληση».
Μίλησε ακόμη για σχέδιο αντιμετώπισης της ανισότητας στην ανάπτυξη σε απομακρυσμένες ορεινές, αλλά και νησιωτικές περιοχές «κάτι το οποίο θα συνδυαστεί με γενικότερες πολιτικές απασχόλησης με στόχο την αποτροπή της εργασιακής φτώχειας και της εργασιακής αβεβαιότητας».
Ούτε ένα ευρώ χαμένο
Και κατέληξε στην ομιλία του λέγοντας ότι «δεν μπορεί να πάει ούτε ένα ευρώ χαμένο από κοινοτικούς πόρους σε κοντόθωρες δράσεις που σβήνουν χωρίς αποτέλεσμα όταν σημάνει το τέλος του χρονοδιαγράμματός τους. Και σε αυτή την πρόκληση ανταποκρινόμαστε με ενθουσιασμό, αλλά και με αίσθημα ευθύνης. Θεωρώ ότι έχουμε πια και τη γνώση και την εμπειρία και στο Υπουργείο Επενδύσεων και Ανάπτυξης έχει δημιουργηθεί μία ομάδα η οποία έχει φέρει δεξιότητες από πολλά διαφορετικά σημεία αφετηρίας. Έχουμε, λοιπόν, και τη γνώση και την όρεξη και τους ανθρώπους για να πετύχουμε αυτό που λέει και ο τίτλος της σημερινής μας συνάντησης, ένα σχέδιο πραγματικά αναπτυξιακό, ένα σχέδιο πραγματικά εθνικό».