Το όραμα της για την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και της σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας σε ισχυρή δύναμη προόδου και ανάπτυξης για την Ελλάδα παρουσίασε η βουλευτής Α’ Αθήνας και τομεάρχης Πολιτισμού της Ν.Δ. κ. Όλγα Κεφαλογιάννη στην ομιλία της στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Παράλληλα, η κ. Κεφαλογιάννη επεσήμανε πως ο πολιτισμός μπορεί να συμβάλλει δραστικά στη μεγάλη προσπάθεια ανάταξης της αυτοπεποίθησης της Ελλάδας και, μέσω της πολιτιστικής διπλωματίας, να παίξει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση των ελληνικών θέσεων και στην απόλυτα αναγκαία αναδιαμόρφωση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό.
Κατά την παρέμβασή της, η κ. Κεφαλογιάννη επικεντρώθηκε στη διεκδίκηση επαναφοράς των γλυπτών του Παρθενώνα και επανένωσής τους με τον Παρθενώνα, ως ένα πεδίο όπου η Ελλάδα μπορεί όντως να αξιοποιήσει την πολιτιστική διπλωματία προκειμένου να επιτύχει τον υψηλό στόχο της αποκατάστασης της ολότητας του μνημείου.
«Δεν πρόκειται για την διεκδίκηση ενός σπάνιου έργου τέχνης ή για ένα μεμονωμένο ιερό κειμήλιο που φυγαδεύτηκε από τη χώρα εν καιρώ πολέμου. Πρόκειται για ένα από τα συγκλονιστικότερα περιστατικά, ίσως το μοναδικό, του ακρωτηριασμού ενός μνημείου. Τα γλυπτά του Παρθενώνα που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο αποτελούν το 50% περίπου του συνόλου του γλυπτικού διακόσμου του Παρθενώνα» επεσήμανε η κ. Κεφαλογιάννη.
Παράλληλα, απέρριψε και τον ισχυρισμό ότι ενδεχόμενη ικανοποίηση του αιτήματος της Ελλάδας θα οδηγούσε στην κατάθεση πολλών αντίστοιχων αιτημάτων από άλλες χώρες: «Υπάρχει ακόμα η εσφαλμένη αντίληψη ότι σε περίπτωση επαναφοράς των γλυπτών στην Ελλάδα και ενσωμάτωσής τους με το μνημείο, θα δημιουργηθεί προηγούμενο. Ως εκ τούτου, πολλές χώρες θα αναζητήσουν πολιτιστικούς θησαυρούς που βρίσκονται εκτός των συνόρων τους.
Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει τον ισχυρισμό αυτό. Στο αρμόδιο τμήμα της UNESCO, ελάχιστα αιτήματα εκκρεμούν. Και η περίπτωση των γλυπτών του Παρθενώνα είναι μοναδική.
Είναι σαφές ότι πρόκειται για ευθεία παράβαση της σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την προστασία περιουσίας και του δικαιώματος στην απόλαυση των πολιτιστικών θησαυρών».
Καταλήγοντας, η βουλευτής Α’ Αθήνας και τομεάρχης Πολιτισμού της Ν.Δ., υπογράμμισε πως το ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών, «δεν είναι νομικό, είναι πάνω από όλα ηθικό».
«Η ελληνική διεκδίκηση δεν είναι μόνο εθνική υπόθεση. Είναι διεθνής και γίνεται στο όνομα της ενότητας και της ολότητας του μνημείου. Είναι ιδιαίτερα θετικό για την συνέχεια ότι υπάρχει μια σημαντική μεταστροφή της κοινής γνώμης στην Μεγάλη Βρετανία, αλλά και παγκοσμίως, που θεωρεί δίκαιη την επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα. Όπως ιδιαίτερα θετικό είναι ότι στο πλευρό μας, έχουμε τη Διεθνή Επιτροπή Διεκδίκησης που αποτελείται από επιφανείς προσωπικότητες με επιρροή και διεθνές κύρος. Στόχος μας είναι να αθροίσουμε όλο και περισσότερες δυνάμεις σε αυτή την προσπάθεια. Γιατί για εμάς τους Έλληνες, η επαναφορά των Γλυπτών του Παρθενώνα και η επανένταξή τους στο μνημείο, είναι μία ύψιστη εθνική διεκδίκηση. Διεκδίκηση, που με τρόπο σοβαρό, συγκροτημένο, με επιχειρήματα και μέσα από μια εθνική στρατηγική πολιτιστικής διπλωματίας θα αναπτυχθεί σε ολόκληρο τον κόσμο», κατέληξε.